σάγανα
From LSJ
Δύο γὰρ, ἐπιστήμη τε καὶ δόξα, ὧν τὸ μὲν ἐπίστασθαι ποιέει, τὸ δὲ ἀγνοεῖν → Two different things are science and belief: the one brings knowledge, the other ignorance (Hippocrates)
English (LSJ)
σκεπάσματα, περιβόλαια, Hsch. (cf. ἄγανα and σαγήνη).
Greek Monolingual
Α
(κατά τον Ησύχ.) «σκεπάσματα, περιβόλαια».
[ΕΤΥΜΟΛ. Πρόκειται πιθ. για συμφυρμό τών λ. ἄγανα και σαγήνη.