λυκόμορφος

From LSJ
Revision as of 16:56, 24 November 2022 by Spiros (talk | contribs) (pape replacement)

Ἐχθροῖς ἀπιστῶν οὔποτ' ἂν πάθοις βλάβην → Minus dolebis, quo hostibus credes minus → Dem Feind misstrauend bleibst von Schaden du verschont

Menander, Monostichoi, 164
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: λῠκόμορφος Medium diacritics: λυκόμορφος Low diacritics: λυκόμορφος Capitals: ΛΥΚΟΜΟΡΦΟΣ
Transliteration A: lykómorphos Transliteration B: lykomorphos Transliteration C: lykomorfos Beta Code: luko/morfos

English (LSJ)

ον, wolf-shaped, Tz. ad Lyc.481.

Greek (Liddell-Scott)

λῠκόμορφος: -ον, ἔχων σχῆμα ἢ μορφὴν λύκου, Τζέτζ. εἰς Λυκόφρ. 481.

Greek Monolingual

-η, -ο (Μ λυκόμορφος, -ον)
αυτός που έχει μορφή λύκου, που μοιάζει με λύκο
νεοελλ.
φρ. «λυκόμορφος κύων» — ποικιλία σκύλου που μοιάζει με λύκο, κν. λυκόσκυλο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < λύκος + -μορφος(< μορφή)].

German (Pape)

wolfsgestaltig, Tzetz. zu Lycophr. 481.