κρύβες

From LSJ
Revision as of 16:36, 24 November 2022 by Spiros (talk | contribs) (pape replacement)

Γιγνώσκεις οὖν καὶ σὺ τὰ στρατηγικὰ ἔργα → Therefore you, too, know the works (i.e. job) of a general.

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κρύβες Medium diacritics: κρύβες Low diacritics: κρύβες Capitals: ΚΡΥΒΕΣ
Transliteration A: krýbes Transliteration B: krybes Transliteration C: kryves Beta Code: kru/bes

English (LSJ)

νεκροί, Hsch.

Greek Monolingual

κρύβες (Α)
(κατά τον Ησύχ.) νεκροί.
[ΕΤΥΜΟΛ. < θ. κρυβ-, άλλη μορφή του θ. κρυπτ- του κρύπτω, που εμφανίζει ηχηρό χειλικό -β- αναλογικά προς το επίρρ. κρύβδην].

German (Pape)

οἱ, Hesych. = κρυβήτης.