ἀμεταπτωσία

From LSJ
Revision as of 09:54, 28 May 2023 by Spiros (talk | contribs)

Κενῆς δὲ δόξης οὐδὲν ἀθλιώτερον → Nihil est inani gloria infelicius → Als leerer Ruhm jedoch ist nichts unseliger

Menander, Monostichoi, 289
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀμεταπτωσία Medium diacritics: ἀμεταπτωσία Low diacritics: αμεταπτωσία Capitals: ΑΜΕΤΑΠΤΩΣΙΑ
Transliteration A: ametaptōsía Transliteration B: ametaptōsia Transliteration C: ametaptosia Beta Code: a)metaptwsi/a

English (LSJ)

ἡ, unchangeableness, Arr.Epict.3.2.8, Hierocl.p.48.7A.

Spanish (DGE)

-ας, ἡ
firmeza de ánimo, Arr.Epict.3.2.9, Hierocl.p.48.

German (Pape)

[Seite 122] ἡ, Unwandelbarkeit, Hierocl.

Greek (Liddell-Scott)

ἀμεταπτωσία: ἡ, = τὸ ἀμετάβλητον, ἡ σταθερότης τοῦ ἀμεταπτώτου, Ἀρρ. Ἐπίκτ. 3. 2, 8, Ἱεροκλ.

Greek Monolingual

ἀμεταπτωσία, η (Α) ἀμετάπτωτος
το να είναι κάτι αμετάπτωτο, η σταθερότητα.