ἀμφίπλευρος

From LSJ
Revision as of 12:55, 1 October 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "(?s)({{LSJ.*}}\n)({{.*}}\n)({{DGE.*}}\n)" to "$1$3$2")

ῥίζα γὰρ πάντων τῶν κακῶν ἐστιν ἡ φιλαργυρίαroot of all the evils is the love of money, for every possible kind of evil can be motivated by the love of money

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀμφίπλευρος Medium diacritics: ἀμφίπλευρος Low diacritics: αμφίπλευρος Capitals: ΑΜΦΙΠΛΕΥΡΟΣ
Transliteration A: amphípleuros Transliteration B: amphipleuros Transliteration C: amfiplevros Beta Code: a)mfi/pleuros

English (LSJ)

ον, with traverses on both sides, θυρίδες Ph.Bel.81.30.

Spanish (DGE)

-ον
de dos hojas de las puertas de las troneras σεσιδηρωμένας γὰρ καὶ ἀμφιπλεύρους τὰς θυρίδας Ph.Bel.81.30.

German (Pape)

[Seite 142] θυρίς, zweiflügelige Thür, Mathem. vett.

Greek (Liddell-Scott)

ἀμφίπλευρος: -ον, μὲ πλευρὰς ἑκατέρωθεν, «σεσιδηρωμένας καὶ ἀμφιπλεύρους τὰς θυρίδας αὐτῶν ποιήσομεν» Φίλ. Βελοπ. σ. 81.

Greek Monolingual

-η, -ο (Α ἀμφίπλευρος, -ον)
νεοελλ.
αυτός που παρουσιάζεται με δύο πλευρές, δύο όψεις
αρχ.
(για θύρα) αυτή που έχει δύο πλευρές.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ἀμφι- + -πλευρος < πλευρά.