ἐμφανιστής

From LSJ
Revision as of 15:45, 1 October 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "(?s)({{LSJ.*}}\n)({{.*}}\n)({{DGE.*}}\n)" to "$1$3$2")

Ἰὸς πέφυκεν ἀσπίδος κακὴ γυνή → Ipsum venenum aspidis mulier mala → Das reinste Natterngift ist eine schlechte Frau

Menander, Monostichoi, 261
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἐμφανιστής Medium diacritics: ἐμφανιστής Low diacritics: εμφανιστής Capitals: ΕΜΦΑΝΙΣΤΗΣ
Transliteration A: emphanistḗs Transliteration B: emphanistēs Transliteration C: emfanistis Beta Code: e)mfanisth/s

English (LSJ)

οῦ, ὁ, informer, Aristeas 167, PTaur. 1.8 (ii B. C.).

Spanish (DGE)

-οῦ, ὁ
1 delator τοὺς ἐμφανιστὰς οἴομαι σε λέγειν Aristeas 167.
2 jur. denunciante ἐμφανιστοῦ καὶ κατηγόρου τάξιν ἔχοντα PTor.Choachiti 12.8.12, cf. 32 (II a.C.), BGU 1141.8 (I a.C.).

German (Pape)

[Seite 819] ὁ, der Kundmacher, Angeber, Sp.

Greek (Liddell-Scott)

ἐμφᾰνιστής: -οῦ, ὁ, ὁ ἐμφανίζων, καταγγέλλω, Ἐκκλ.

Greek Monolingual

ο (Α ἐμφανιστής)
νεοελλ.
χημικό παρασκεύασμα με το οποίο γίνεται η εμφάνιση φωτογραφικών πλακών
αρχ.
κατήγορος, αυτός που φανερώνει, αποκαλύπτει, καταγγέλλει κάποιον ή κάτι.