συγκαταλαγχάνω

From LSJ
Revision as of 19:25, 27 September 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "({{grml\n.*\n}})\n\1" to "$1")

ἡ τῶν θεῶν ὑπ' ἀνθρώπων παραγωγήdeceit of gods by humans

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: συγκαταλαγχάνω Medium diacritics: συγκαταλαγχάνω Low diacritics: συγκαταλαγχάνω Capitals: ΣΥΓΚΑΤΑΛΑΓΧΑΝΩ
Transliteration A: synkatalanchánō Transliteration B: synkatalanchanō Transliteration C: sygkatalagchano Beta Code: sugkatalagxa/nw

English (LSJ)

occupy, have assigned in common, τί τισι Dam.Pr.58.

Greek Monolingual

Α
γίνομαι κύριος μαζί με κάποιον, καταλαμβάνω μαζί με κάποιον.
[ΕΤΥΜΟΛ. < συν- + καταλαγχάνω «καταλαμβάνω κάτι με κλήρο»].