συγκαταλαγχάνω

From LSJ

περὶ οὐδὲν γὰρ οὕτως ὑπάρχει τῶν ἀνθρωπίνων ἔργων βεβαιότης ὡς περὶ τὰς ἐνεργείας τὰς κατ' ἀρετήν → since none of man's functions possess the quality of permanence so fully as the activities in conformity with virtue

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: συγκαταλαγχάνω Medium diacritics: συγκαταλαγχάνω Low diacritics: συγκαταλαγχάνω Capitals: ΣΥΓΚΑΤΑΛΑΓΧΑΝΩ
Transliteration A: synkatalanchánō Transliteration B: synkatalanchanō Transliteration C: sygkatalagchano Beta Code: sugkatalagxa/nw

English (LSJ)

occupy, have assigned in common, τί τισι Dam.Pr.58.

Greek Monolingual

Α
γίνομαι κύριος μαζί με κάποιον, καταλαμβάνω μαζί με κάποιον.
[ΕΤΥΜΟΛ. < συν- + καταλαγχάνω «καταλαμβάνω κάτι με κλήρο»].