ἀφιλόξενος

From LSJ
Revision as of 10:52, 24 August 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3")

Λόγοις ἀμείβου τὸν λόγοις πείθοντά σε → Verbis repone verba suasori tuo → Mit Worten gib dem Antwort, der mit Worten rät

Menander, Monostichoi, 311
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀφῐλόξενος Medium diacritics: ἀφιλόξενος Low diacritics: αφιλόξενος Capitals: ΑΦΙΛΟΞΕΝΟΣ
Transliteration A: aphilóxenos Transliteration B: aphiloxenos Transliteration C: afiloksenos Beta Code: a)filo/cenos

English (LSJ)

ον, inhospitable, Eust. 1733.20.

Spanish (DGE)

-ον inhospitalario, ἀγνώμων καὶ ἀ. Eust.1733.20.

Greek Monolingual

-η, -ο (Μ ἀφιλόξενος, -ον)
αυτός που δεν αγαπά τους ξένους ή που δεν τους περιποιείται
νεοελλ.
(για τόπο)
1. εκείνος που κατοικείται από αφιλόξενους ανθρώπους
2. αυτός που δεν αρέσει στους ξένους.