παπυρώδης

From LSJ
Revision as of 12:08, 25 August 2023 by Spiros (talk | contribs) (LSJ1 replacement)

κῶς ταῦτα βασιλέϊ ἐκχρήσει περιυβρίσθαι → how will it be good enough for the king to be insulted with these things

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: πᾰπῡρώδης Medium diacritics: παπυρώδης Low diacritics: παπυρώδης Capitals: ΠΑΠΥΡΩΔΗΣ
Transliteration A: papyrṓdēs Transliteration B: papyrōdēs Transliteration C: papyrodis Beta Code: papurw/dhs

English (LSJ)

παπυρώδες, like papyrus, Gal.19.152, Sch.E.Or.147.

German (Pape)

[Seite 467] ες, dem Papyrus ähnlich, Schol. Eur. Or. 147.

Greek (Liddell-Scott)

παπῡρώδης: -ες, (εἶδος) ὅμοιος πρὸς πάπυρον, Γαλην., κλ.

Greek Monolingual

-ῶδες, ΝΑ πάπυρος
αυτός που μοιάζει με πάπυρο
νεοελλ.
το αρσ. ως ουσ. ο παπυρώδης
ανατ. λεπτό τετράπλευρο πέταλο που αποτελεί την εξωτερική επιφάνεια του λαβυρίνθου του ηθμοειδούς οστού και δημιουργεί το εσωτερικό τοίχωμα της κόγχης του οφθαλμού.