sin daño
From LSJ
πωγωνοτροφία φιλόσοφoν οὐ ποιεῖ → a long beard does not make the philosopher
Spanish > Greek
ἀβλαβῶς, ἀλύπως, ἄλυπος, ἐντελής, ἀπήρωτος, ἀπροσκόπως, ἀπρόσκοπος, ἀπρόσκοπτος, ἀπροσκόπτως, ἀκάκυντος, ἄσκυλτος, ἀβασανίστως
πωγωνοτροφία φιλόσοφoν οὐ ποιεῖ → a long beard does not make the philosopher
ἀβλαβῶς, ἀλύπως, ἄλυπος, ἐντελής, ἀπήρωτος, ἀπροσκόπως, ἀπρόσκοπος, ἀπρόσκοπτος, ἀπροσκόπτως, ἀκάκυντος, ἄσκυλτος, ἀβασανίστως