repartirse
From LSJ
ἀγεωμέτρητος μηδεὶς εἰσίτω → no one ignorant of geometry may enter, let no one ignorant of geometry enter, let no one ignorant of geometry come in
Spanish > Greek
διαιρέω, ἐκδίδωμι, διατάσσω, διανέμω, διαμερίζω, διαμοιράομαι, δατέομαι, διαλαμβάνω, διαμετρέω, διαδατέομαι, διαχέω, διαλαγχάνω