συμβόλαιον

From LSJ
Revision as of 19:13, 2 August 2017 by Spiros (talk | contribs) (13_7_2)

ἰσότης φιλότητα ἀπεργάζεται → equality leads to friendship

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: συμβόλαιον Medium diacritics: συμβόλαιον Low diacritics: συμβόλαιον Capitals: ΣΥΜΒΟΛΑΙΟΝ
Transliteration A: symbólaion Transliteration B: symbolaion Transliteration C: symvolaion Beta Code: sumbo/laion

English (LSJ)

τό,= σύμβολον,

   A mark, sign, token, Hdt.5.92.ή, Parth. 3.2: pl., symptoms, S.Ph.884.    II in Law, contract, covenant, bond, in acknowledgement of a loan (v. συμβάλλω 1.6), συμβολαίου λαχεῖν (sc. δίκην) obtain leave to bring an action for enforcing a contract, Lys.17.3; οὐ τὸ παράπαν σ. ἐξαρνοῦνται μὴ γενέσθαι D.34.3; συμβολαίου οὐκ ὄντος . . οὔτε ναυτικοῦ οὔτε ἐγγείου no bond with security either on bottomry or on land, Id.33.3, cf. SIG742.50 (Ephesus, i B.C.); ἀπώλλυτο καὶ τῷ πατρὶ τὸ σ. his loan would have been lost, D.49.2; ποιεῖσθαι τὸ σ. Arist.Rh.Al.1431a17, etc.; of a receipt, BGU 1047 ii 3: mostly in pl., τὰ πρὸς ἀλλήλους σ. Pl.Plt.295a; σ. ἃ πρὸς ἀλλήλους συμβάλλουσιν Id.R.425c; ἀνδρὶ . . συμμείξαντι σ. μετρίως Id.Lg.958c; τὰ Ἀθήναζε καὶ τὰ Ἀθήνηθεν σ. bonds for money lent on freights to and from Athens, D.32.1; τὰ σ. διαλύειν Arist. Pol.127a10, cf. IG12.16.7, 116.18, al.; τὰ σ. καὶ τὰ ἄλλα νομίσματα Phld.Rh.1.233 S.; δικαστήριον τὸ διαλῦσον τὰ μετέωρα σ. pending suits for enforcing contracts, Supp.Epigr.1.363.9, al. (Samos, iii B.C.), cf. SIG344.24 (Teos, iv B.C.); τὰς δίκας εἶναι τῶν συμβολαίων D.32.1, cf. Arist.Pol.1275b9; ἀντίδικος ἐκ συμβολαίων the opposite party in such a suit, Is.5.33; συμβόλαια ἀποστερεῖν fail in payment of money lent on such bond, Isoc.12.243, D.32.7; πράξεις συμβολαίων exaction of such moneys, And.1.88; μικρῶν ἕνεκα σ. for paltry sums so lent, Lys.12.98: more generally, τὰ τοῦ καθ' ἡμέραν βίου σ., i.e. the engagements of life, common civil rights, D.18.210; τὰ περὶ τὴν ἀγορὰν σ. Arist.Pol.1300b12; ἀναγραφὴ τῶν σ. Thphr.Fr.97.2; ἐὰν μή τις ἄγῃ πρὸς ἴδιον σ. ἐγκαλῶν τι αὐτῷ SIG494.8 (Delph., iii B.C.).    2 generally, engagement, E.Ion 411; τὰ ἄλλα σ. other transactions (than wills), Is.4.12, cf. Isoc.20.16, Pl.Lg.913a; of the relation between ward and guardian, ib.922a; τὰ ἑκούσια σ. Id.R.556b, Arist. EN1164b13.    III intercourse, ἀνδρὸς πρὸς γυναῖκα Plu.Alex.30, cf. Ant.25.

German (Pape)

[Seite 978] τό, wie σύμβολον, Zeichen, aus dem man Etwas schließt, Anzeichen, Merkmal, ὡς οὐκέτ' ὄντος γὰρ τὰ συμβόλαιά σου πρὸς τὰς παρούσας ξυμφορὰς ἐφαίνετο, Soph. Phil. 872; ἃ νῷν συμβόλαια πρόσθεν ἦν, Eur. Ion 411; Her. 5, 92, 7; – bes. Handelsverkehr, Handelsgeschäft, u. die daraus entspringenden Verpflichtungen, Eontraete u. dgl., τῶν πρὸς ἀλλήλους συμβολαίων, Plat. Polit. 294 e; Soph. 225 b; ἰόντα εἰς τὰ συμβόλαια, Legg. I, 649 e; πρὸς ἅπαντα τὰ ξυμβόλαια καὶ κοινωνήματα, V, 738 a; δικαιοσύνη ἡ ἐν συμβολαίοις, Xen. Hier. 9, 6; συμβολαίου λαχεῖν τινα, Jem. wegen eines Contractes vor Gericht belangen, Lys. 17, 3; περὶ ἰδίων συμβολαίων ἀγωνιζόμενοι, 30, 8; ἀντίδικος ἐξ ἑτέρων συμβολαίων, Is. 5, 33; vgl. Andoc. 1, 88; Lys. 3, 26; bei Dem. 18, 210 cutsprechen τὰ τοῦ καθ' ἡμέραν βίου συμβόλαια den ἴδιαι δίκαι; πρὸς τὰ ξυμβόλαια, Handelsverkehr, Isocr. 2, 22; auch ausgeliehenes Geld, συμβόλαιον εἰς ἀνδράποδα συμβεβλημένον, Dem. 27, 27; τὰ Ἀθήναζε καὶ Ἀθήνηθεν συμβόλαια, 32, 1, welche Rede, wie die 33., über dergleichen handelt; vgl. ib. §. 3, ὅσα ἐμοὶ καὶ τούτῳ ἐγένετο συμβόλαια, u. ἄλλου συμβολαίου οὐκ ὄντος ἐμοὶ πρὸς αὐτόν, u. συμβόλαιον συμβάλλειν τινί, 34, 1; συμβολαίων ἀποστερεῖν, um geliehenes Geld betrügen, D. Hal. 5, 66; ἀπώλλυ το τῷ πατρὶ τὸ συμβόλαιον, Dem. 49, 2, meinem Vater war die Schuldforderung verloren, er büßte sein Darlehn ein; συμβόλαια ἰδιωτικά, Privatvertrag, Pol. 20, 6, 1; περὶ συμβολαίων ἀμφισβητοῦντες, 26, 1, 11.