κατακρώζω
From LSJ
Sophocles, Oedipus Coloneus l. 1225
English (LSJ)
A croak at, croak down, like jackdaws, μίσει σφε κ. κολοιοί Ar.Eq.1020.
German (Pape)
[Seite 1357] (s. κρώζω), gegen Einen ankrächzen; πολλοὶ γὰρ μίσει σφε κατακρώζουσι κολοιοί Ar. Equ. 1020; auch τινός, Eust.