κατάφαρκτος
From LSJ
φελένη καὶ φάναξ καὶ φοῖκος καὶ φαήρ → Ἑλένη καὶ ἄναξ καὶ οἶκος καὶ ἀήρ | Helen, lord, house, and air
English (LSJ)
ον,
A = κατάφρακτος (q.v.).
Greek (Liddell-Scott)
κατάφαρκτος: -ον, = κατάφρακτος, ὃ ἴδε.
φελένη καὶ φάναξ καὶ φοῖκος καὶ φαήρ → Ἑλένη καὶ ἄναξ καὶ οἶκος καὶ ἀήρ | Helen, lord, house, and air
Full diacritics: κατάφαρκτος | Medium diacritics: κατάφαρκτος | Low diacritics: κατάφαρκτος | Capitals: ΚΑΤΑΦΑΡΚΤΟΣ |
Transliteration A: katápharktos | Transliteration B: katapharktos | Transliteration C: katafarktos | Beta Code: kata/farktos |
ον,
A = κατάφρακτος (q.v.).
κατάφαρκτος: -ον, = κατάφρακτος, ὃ ἴδε.