ἀποκυέω
From LSJ
αὔριον ὔμμε πάσας ἐγὼ λουσῶ Συβαρίτιδος ἔνδοθι λίμνας → tomorrow I'll wash you one and all in Sybaris lake
English (LSJ)
A bear young, bring forth, c. acc., Arist. Fr.76, interpol. in D.H. 1.70, Plu. Sull.37: abs., Luc. DMar.10.1: metaph., ἡ ἁμαρτία ἀ. θάνατον Ep.Jac.1.15, cf. Ph.1.214:—Pass., of the child, Plu. Lyc.3. Hdn.1.5.5 (Pass. part. ἀποκυόμενα Ph.2.202,397).
German (Pape)
[Seite 309] gebären, Dion. Hal. 1, 70 Luc. Plut., auch von Thieren; übh. hervorbringen, N. T.
Greek (Liddell-Scott)
ἀποκυέω: φέρω, τίκτω, γεννῶ, μετ’ αἰτ., Ἀριστ. Ἀποσπ. 66, Διον. Ἁλ. 1. 70, Πλουτ. Σύλλ. 37· ἀπολ., Λουκ. Ἐνάλ. Διάλ. 10. 1: - μεταφ., ἡ ἁμαρτία ἀπ. θάνατον Ἐπιστ. Ἰακώβ. α΄, 15, πρβλ. Φίλωνα 1. 214: - Παθ., ἐπὶ τοῦ γεννωμένου βρέφους, Πλουτ. Λυκοῦργ. 3, Ἡρωδιαν. 1. 5.