ἐμπίς

From LSJ
Revision as of 11:16, 5 August 2017 by Spiros (talk | contribs) (6_12)

ἄνθρωποι κενεῆς οἰήσιος ἔμπλεοι ἀσκοί → oh men, wineskins full of empty opinion

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἐμπίς Medium diacritics: ἐμπίς Low diacritics: εμπίς Capitals: ΕΜΠΙΣ
Transliteration A: empís Transliteration B: empis Transliteration C: empis Beta Code: e)mpi/s

English (LSJ)

ίδος, ἡ,

   A mosquito, gnat, Ar.Nu.157; ἐμπίδες ὀξύστομοι Id.Av. 245, cf. Arist.HA490a21, Porph.Abst.3.20; the gnat Chironomus, Arist.HA551b27; prob. may-fly, ib.601a4.    2 larva of the οἶστρος, ib.487b5 (v.l.).

German (Pape)

[Seite 813] ίδος, ἡ, die Stechmücke, nach Schol. Ar. Nubb. 157 das spätere κώνωψ; ὀξύστομοι Av. 244; Arist. H. A. 1, 1 u. Sp.

Greek (Liddell-Scott)

ἐμπίς: ἴδος, ἡ, εἶδος ἐντόμου ἐκμυζῶντος τὸ αἷμα, μείζονος δὲ τοῦ κώνωπος, τὸ Λατ. culex ἢ ἴσως tipula culiciformis, Ἀριστοφ. Νεφ. 157 κἑξ.· τὰς ὀξυστόμους ἐμπίδας ὁ αὐτ. Ὄρνιθ. 245, ἔνθα ὁ Σχολιαστὴς ἑρμηνεύει τὴν λέξιν: «ζῷόν ἐστιν ἐν ὕδατι γινόμενον ὅμοιον τῷ κώνωπι, μεῖζον δὲ τῇ περιοχῇ, κατὰ τὸ μέσον λευκῷ περιεζωσμένον», πρβλ. Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 1. 5, 13., 5. 19, 14. 2) ἡ πρώτη μορφὴ τῆς μεταμορφώσεως τοῦ οἴστρου, ἡ νύμφη ἐξ ἧς μετεμορφώθη εἰς οἶστρον, ἔνια τῶν ζῴων... μεταβάλλει εἰς ἄλλην μορφήν... οἷον ἐπὶ τῶν ἐμπίδων· γίνεται γὰρ ἐξ αὐτῶν ὁ οἶστρος Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 1. 1, 17, πρβλ. καὶ Ἡσύχ. ἐν λέξει.