ἐξόμιλος
From LSJ
ἐλπίδες ἐν ζωοῖσιν, ἀνέλπιστοι δὲ θανόντες → hope is for the living, while the dead despair
ἐλπίδες ἐν ζωοῖσιν, ἀνέλπιστοι δὲ θανόντες → hope is for the living, while the dead despair
Full diacritics: ἐξόμῑλος | Medium diacritics: ἐξόμιλος | Low diacritics: εξόμιλος | Capitals: ΕΞΟΜΙΛΟΣ |
Transliteration A: exómilos | Transliteration B: exomilos | Transliteration C: eksomilos | Beta Code: e)co/milos |
ον,
A out of one's society, alien, S.Tr.964 (lyr.).
[Seite 886] außer Verkehr, ξένων γὰρ ἐξόμιλος ἥδε ἡ βάσις Soph. Trach. 960, fern von den Anderen.
ἐξόμιλος: -ον, ὁ ἔξω ὁμίλου τινός, ἀλλότριος, ξένων γὰρ ἐξόμιλος ἥδε τις βάσις Σοφ. Τρ. 964.