συναποκτείνω
From LSJ
English (LSJ)
A kill together, Antipho 5.39, Aeschin.2.148; τινι with one, D.C.Fr.11.18.
German (Pape)
[Seite 1002] (s. κτείνω), mit od. zugleich tödten; Antiph. 5, 39; Aesch. 2, 148.
Greek (Liddell-Scott)
συναποκτείνω: ἀποκτείνω, φονεύω ὁμοῦ, Ἀντιφῶν 134. 8, Αἰσχίν. 48. 3· τινι, μετά τινος, ἀπειλήσας δούλῳ τινὶ συναποκτενεῖν Δίωνος Κ. Ἀποσπ. σ. 12. 67 Peiresc.