ἑρμηνεία διὰ τῆς ὀνομασίας → expression by means of language
Full diacritics: αὐλητήριον | Medium diacritics: αὐλητήριον | Low diacritics: αυλητήριον | Capitals: ΑΥΛΗΤΗΡΙΟΝ |
Transliteration A: aulētḗrion | Transliteration B: aulētērion | Transliteration C: avlitirion | Beta Code: au)lhth/rion |
τό, a place at Tarentum, Id.
αὐλητήριον: τό, «τόπος παρὰ Ταραντίνοις» Ἡσύχ.· - ἐν τῷ ἐν τοῖς Ἠθ. Πλουτ. (1109Ε) χωρίῳ, σύμμικτον, ὥστε γλεῦκος αὐλητήριον, ἐάν ἡ λέξις δὲν εἶναι ἐφθαρμένη, ἴσως σημαίνει τὸ ἐν βρασμῷ γλεῦκος.