ἔκθετος
Ὁ σοφὸς ἐν αὑτῷ περιφέρει τὴν οὐσίαν → Qui sapit, is in se cuncta circumfert sua → Der Weise trägt, was er besitzt, in sich herum
English (LSJ)
ον,
A sent out of the house, sent away, E.Andr.70 ; exposed, of a child, Act.Ap. 7.19, Man.6.52 ; cast away, Hsch. II projecting, salient, Sor.1.68; opp. κρυπτός, Heliod.(?)ap.Orib.49.4.23. b neut., ἔκθετον, τό, = ἐκθέτης, Al.Ez.42.3.
Greek (Liddell-Scott)
ἔκθετος: -ον, ὁ ἐκτεθείς, ὁ τεθεὶς ἔξω, ὁ ἐκριφθείς, ἐπὶ ἐκτιθεμένων βρεφῶν ἢ παίδων, ἔκθετος γόνος Εὐρ. Ἀνδρ. 70· «ἔκθετα· ἐκριπτόμενα» Ἡσυχ.· ἔκθετον βρέφος Μανέθ. 6. 52, ἔκθετα τέκνα 97, ἔκθετοι ἐκ πατρὸς οἴκων 63.
French (Bailly abrégé)
ος, ον :
exposé.
Étymologie: ἐκτίθημι.
Spanish (DGE)
-ον
I de pers.
1 expulsado, exiliado γόνος E.Andr.70, ἔκθετοι ἢ αἰχμάλωτοι Vett.Val.101.8.
2 de hijos expósito, abandonado βρέφη Act.Ap.7.19, τέκνα Man.6.97, cf. 52, 63, Hsch.
II 1saliente ἄξων Sor.2.1.41
•que sobresale op. κρυπτός Heliod.(?) en Orib.49.4.22, 23.
2 arq., subst. τὸ ἔ. balcón o galería Al.Ez.42.3.
3 subst. τὰ ἔκθετα sent. dud., quizá frutos expuestos al sol, frutos secados quizá dátiles PSoterichos 4.18 (I d.C.) en BL 9.323.
III 1subst. ἡ ἔ. asignación, suma o cantidad asignada, PHeid.414.8, 38 (II a.C.).
2 publicado, expuesto en lugar público ἐκθέτου οὔσης τῆς προθέσεως SB 5252.19 (I d.C.).