άλμπουμ
Γαστρὸς δὲ πειρῶ πᾶσαν ἡνίαν κρατεῖν → Frenis regendus venter adductis tibi est → Mit straffem Zügel such' zu lenken deinen Bauch
Greek Monolingual
το
λεύκωμα, συλλογή απο αυτόγραφα, στίχους, γνώμες ή σκέψεις, φωτογραφίες, εικόνες κ.λπ.
[ΕΤΥΜΟΛ. Λέξη ξενική που προέρχεται από το ουδ. του λατιν. επίθ. albus «λευκός». Το λατιν. ουσ. album ήταν αντίστοιχο της αρχ. ελλην. λ. λεύκωμα. Κατά την αρχαιότητα οι όροι δήλωναν επιφάνεια τοίχων ή πίνακες (με επάλειψη γύψου συνήθως), που χρησιμοποιούνταν για την αναγραφή αγγελιών, ανακοινώσεων και, γενικά, πληροφοριών κοινού ενδιαφέροντος. Στους νεώτερους χρόνους η σημασία των λ. μεταβλήθηκε. Η λ. άλμπουμ δήλωσε αρχικά τα πρόσθετα λευκά φύλλα χαρτιού σε διάφορα θρησκευτικά βιβλία, όπου μερικοί κατέγραφαν τα σημαντικότερα οικογενειακά τους συμβάντα. Κατόπιν η λ. δήλωσε και διάφορες αναμνηστικές συλλογές (αυτογράφων, στίχων κ.λπ.) και, κατ’ επέκταση, η λ. έφθασε να σημαίνει κάθε είδους συλλογή (φωτογραφιών, γραμματοσήμων κ.λπ.) σε σχήμα βιβλίου (βλ. λεύκωμα)].