Τὸν εὖ ποιοῦνθ' (εὐποροῦνθ') ἕκαστος ἡδέως ὁρᾷ → Den, der ihm wohltut, freut ein jeder sich zu sehn
η (AM ἀπόκρουσις)ανάσχεση, απώθησηνεοελλ.η άρνηση κάποιου να ενδώσει σε πρότασηαρχ.(για τη σελήνη) η ελάττωση, η χάση.