Αὐρήλιοι... πατρὶ... καὶ μητρὶ... μνήμης χάριν → The Aurelii, in memory of their father and mother (inscription from Aizonai, Phrygia)
-ή, -ό (AM ἐκπληκτικός, -ή, -όν)1. αυτός που προκαλεί έκπληξη2. θαυμαστός, υπέροχος.