Ἡρακλέους ὀργήν τιν' ἔχων → with a temper like Heracles', with a temper like Hercules'
ἀγρογείτων (-ονος), ο (Α)γείτονας στο ύπαιθρο, στην εξοχή, αυτός που έχει γειτονικό αγρό με κάποιον άλλον.