τῆς αἰδοῦς ὀλίγην ποιήσασθαι φειδώ → to have little consideration for self-respect
(-άω και -έω)κατακρατώ κάτι άδικα, παράνομα.[ΕΤΥΜΟΛ. < αδικο- + κρατώ.ΠΑΡ. αδικοκρατία].