εργατιά
From LSJ
Ἤθους δικαίου φαῦλος οὐ ψαύει λόγος → Vox prava non pertingit ad mores bonos → Verkommne Rede rührt nicht an gerechte Art
και εργατεία, η (AM ἐργατεία) εργάτης
εργασία, μόχθος
νεοελλ.
οι εργάτες, το σύνολο τών εργατών
μσν.
καταναγκαστική εργασία, αγγαρεία.