φιλοσοφίαν καινὴν γὰρ οὗτος φιλοσοφεῖ → this man adopts a new philosophy
ἐμπόρφυρος, -ον (Α)κάπως πορφυρός, ελαφρώς πορφυρός, όχι βαθύς κόκκινος.