αμυγδαλόψιχα
From LSJ
Γέλως ἄκαιρος κλαυθμάτων παραίτιος → Grave est malum homini risus haud in tempus → Zur falschen Zeit gelacht, hat Tränen schon gebracht
και μυγδαλόψιχα, η
η ψίχα, ο φαγώσιμος καρπός του αμύγδαλου που βρίσκεται μέσα στο κέλυφος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < αμύγδαλο + ψίχα].