τὴν ἐρημίαν τῶν κωλυσόντων ὁρῶν → seeing that there would be none to hinder him
-ονque tiene diez horas σκιά de la noche, Mac.Magn.Apocr.4.11.
-η, -ο1. όποιος έχει διάρκεια δέκα ωρών2. το ουδ. ως ουσ. χρονικό διάστημα δέκα ωρών.[ΕΤΥΜΟΛ. Η λ. μαρτυρείται από το 1887 στην εφημερίδα Ακρόπολις].