διαβεβαίωση

From LSJ
Revision as of 07:03, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (9)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

ἐπάμεροι· τί δέ τις; τί δ' οὔ τις; σκιᾶς ὄναρ ἄνθρωπος → Neverlasting: What is a somebody? What is a nobody? You are a dream of a shadow | Creatures of a day. What is a someone, what is a no one? Man is the dream of a shade.

Source

Greek Monolingual

η (AM διαβεβαίωσις)
1. η επιβεβαίωση, η πλήρης πιστοποίηση, η ρητή υπόσχεση
2. (για κληρικούς) α) η βεβαίωση ότι θα πουν την αλήθεια ενώπιον δικαστηρίου
τοποθετούν το δεξί χέρι στο στήθος και όχι επί του Ευαγγελίου, όπως οι λαϊκοί
β) η επίσημη υπόσχεση μητροπολιτών πριν από την ενθρόνιση τους ενώπιον του ανώτατου άρχοντα ότι θα εκτελούν τα καθήκοντά τους σύμφωνα με τους κανόνες της Εκκλησίας και τους νόμους του κράτους (ανάλογη με την ορκωμοσία υπουργών και ανώτατων κρατικών λειτουργών)
αρχ.
η ισχυρή βεβαίωση.