τίς Ἑλλὰς ἢ βάρβαρος ἢ τῶν προπάροιθ' εὐγενετᾶν ἕτερος ἔτλα κακῶν τοσῶνδ' αἵματος ἁμερίου τοιάδ' ἄχεα φανερά → what woman Greek or foreign or what other scion of ancient nobility has endured of mortal bloodshed's woes so many, such manifest pains
(AM εἰσπηδῶ, -άω)πηδώ μέσαμσν.- νεοελλ.κατορθώνω να καταλάβω θέση ή αξίωμα με δόλιο τρόπο ή αντικανονικάμσν.πηδώ επάνω, ανεβαίνωαρχ.-μσν.εμφανίζομαι, μπαίνω με ορμή, επιτίθεμαι.