κρασοπατέρας
From LSJ
Οὕτως ἔδειξέν μοι κύριος καὶ ἰδοὺ ἐπιγονὴ ἀκρίδων ἐρχομένη ἑωθινή, καὶ ἰδοὺ βροῦχος εἷς Γωγ ὁ βασιλεύς (Amos 7:1) → Thus the Lord showed me and look, early-morning offspring of locusts coming, and look, one locust-larva: Gog the king.
Greek Monolingual
ο (Μ κρασοπατέρας)
άνθρωπος που καταναλώνει μεγάλες ποσότητες κρασιού, οινοπότης, κρασοκανάτας, μέθυσος.