ναῦσσον

From LSJ
Revision as of 12:02, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (26)

οὐκ ἔστιν χαίρειν τοῖς ἀσεβέσιν → no rest for the wicked, no peace to the wicked

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ναῦσσον Medium diacritics: ναῦσσον Low diacritics: ναύσσον Capitals: ΝΑΥΣΣΟΝ
Transliteration A: naûsson Transliteration B: nausson Transliteration C: naysson Beta Code: nau=sson

English (LSJ)

τό, name of a tax, SIG4.6 (Cyzicus, vi B.C.), 1000.1 (Cos, i B.C.).—In SIG4 -σσ- is written T.

Greek Monolingual

ναῡσσον, τὸ (Α)
ονομασία φορολογίας.
[ΕΤΥΜΟΛ. Άγνωστης ετυμολ. Κατά μία άποψη, δάνεια λ. καρικής προελεύσεως, χωρίς όμως να αποκλείεται και κάποια συγένειά του με το ναῦς.