Ἰατρὸς ἀδόλεσχος ἐπὶ τῇ νόσῳ νόσος → Medicus loquax, secundus aegro morbus est → Ein Arzt, der schwätzt, verdoppelt nur der Krankheit Last
και τρεμουλιαχτός, -ή, -ό, Ν τρεμουλιάζωαυτός που τρέμει, τρομώδης, τρεμουλιάρης.