τειχοσείστης

From LSJ
Revision as of 12:49, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (40)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Σωτηρίας σημεῖον ἥμερος τρόπος → Auf Rettung deutet kultivierte Lebensart → Ein Hinweis auf die Rettung ist die sanfte Art

Menander, Monostichoi, 478

Greek (Liddell-Scott)

τειχοσείστης: -ου, ὁ, ὁ σείων, διασείων τείχη, Εὐστ. Πονημάτ. 291. 84, Μανασσ. Χρον. 4819· θηλ. -σειστρία, αὐτόθι.

Greek Monolingual

ό, θηλ. τειχοσείστρια, Μ
αυτός που σείει, που κλονίζει το τείχος («τους τειχοσείστας λίθους», Ευστ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < τεῖχος + σειστής (< σείω)].