αἰτῶ δ' ὑγίειαν πρῶτον, εἶτ' εὐπραξίαν, τρίτον δὲ χαίρειν, εἶτ' ὀφείλειν μηδενί → first health, good fortune next, and third rejoicing; last, to owe nought to any man
η, Ν
ιατρ. επιτάχυνση του καρδιακού ρυθμού πέρα από τη μέγιστη φυσιολογική τιμή τών 90 παλμών στο λεπτό.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ αγγλ. tachycardia < ταχυ- + καρδία. Η λ. μαρτυρείται από το 1889 στο Εγκυκλοπαιδικόν Λεξικόν].