ἀνάγκᾳ δ' οὐδὲ θεοὶ μάχονται → but not even gods fight necessity (Simonides, fr. 37.1.29)
fém. ion. de χῆρος.
bereaved, widowed; w. gen., Il. 6.408.
ἡ, Α(επικ. και ιων. τ.) βλ. χήρα.