εὐνάζειν ἀδακρύτων βλεφάρων πόθον → lull the desire of her eyes so that they weep no more
σπουδή, θέσις, οἰκονομία, σταθμός, τάξις, χάρις, διάθεσις, διάθεμα, σύστασις, ῥᾳστώνη, προθυμία, σύστασις