рядом
From LSJ
ἀμείνω δ' αἴσιμα πάντα (Odyssey VII.310 / XV.71) → all things are better in moderation
Russian > Greek
συμπαραθέω ;; ἀγχοῦ ;; ἑξῆς ;; ἑξείης ;; ἀγχόθι ;; ἀγχίθυρος ;; ὁμοστιχάω ;; σύγκειμαι ;; συγκατάκειμαι ;; παρέκ ;; πάρεξ ;; συμπαραπλέω ;; ἐφεξῆς ;; ἐπεξῆς ;; παρά ;; συγκάθημαι ;; συγκάτημαι ;; συμπαρακαθέζομαι ;; προσυνοικέω ;; προσξυνοικέω ;; συμπαρεδρεύω ;; ἴκταρ ;; ὁμοῦ