κατάσβεσις
From LSJ
Ἡ γλῶσσα πολλοὺς εἰς ὄλεθρον ἤγαγεν → Multis hominibus lingua perniciem attulit → Die Zunge brachte viele ins Verderben schon
English (LSJ)
εως, ἡ,
A putting out, D.C.54.2.
German (Pape)
[Seite 1377] ἡ, das Auslöschen, τῶν ἐμπιπραμένων D. Cass. 54, 2.
Greek (Liddell-Scott)
κατάσβεσις: -εως, ἡ, παντελὴς σβέσις, τῶν ἐμπιπραμένων κ. Δίων Κ. 54. 2.