στιχομυθία

From LSJ
Revision as of 21:00, 7 July 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "Πολυδ." to "Πολυδ.")
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: στῐχομῡθία Medium diacritics: στιχομυθία Low diacritics: στιχομυθία Capitals: ΣΤΙΧΟΜΥΘΙΑ
Transliteration A: stichomythía Transliteration B: stichomythia Transliteration C: stichomythia Beta Code: stixomuqi/a

English (LSJ)

ἡ,

   A conversation in alternate lines, ibid.

German (Pape)

[Seite 944] ἡ, das Zeile für Zeile oder Vers für Vers Hersagen, Poll. 4, 114.

Greek (Liddell-Scott)

στῐχομῡθία: ἡ, διάλογος διὰ μονοστίχων, Πολυδ. Δ΄, 113. - Ἴδε Κόντου Γλωσσ. Παρατηρ. σ. 393.

Greek Monolingual

η, ΝΑ στιχομυθῶ
(στο αρχ. δράμα) διάλογος που γινόταν κυρίως με ημίστιχα, μονόστιχα ή δίστιχα
νεοελλ.
1. ζωηρός διάλογος σύντομης χρονικής διάρκειας
2. (γενικά) σύντομος διάλογος.