Θεὸν ἐπιορκῶν μὴ δόκει λεληθέναι → Deum latere ne putes, quod peieras → Nie, glaub's nur, bleibt vor Gott ein Meineid unbemerkt
confusion: P. and V. ἔκπληξις, ἡ, θόρυβος, ὁ, P. ταραχή, ἡ, V. ταραγμός, ὁ, τάραγμα, τό.
fear: P. and V. φόβος, ὁ, δεῖμα, τό, δέος, τό, ὀρρωδία, ἡ, V. τάρβος, τό.