πληκτός
From LSJ
Καιροσκόπει (Καιρῷ σκόπει) τὰ πράγματ', ἄνπερ νοῦν ἔχῃς → Sanus es? Negotiorum observes tempora → Zur rechten Zeit tu alles, hast du nur Vernunft
English (LSJ)
ή, όν, A beaten, χαλκώματα dub. in Man.5.164.
Greek Monolingual
-ή, -όν, Μ πλήσσω
χτυπημένος, σφυρήλατος («χαλκώματα πληκτά»).