συγκεράω
From LSJ
Χεὶρ χεῖρα νίπτει, δάκτυλοι δὲ δακτύλους → Digitum lavat digitus et manum manus → Die Finger waschen Finger, die Hand die andre Hand
English (LSJ)
A v. συγκεράννυμι.
Greek (Liddell-Scott)
συγκεράω: ἴδε ἐν λ. συγκεράννυμι.
Dutch (Woordenboekgrieks.nl)
συγκεράω zie συγκεράννυμι.