δελτάριον

From LSJ
Revision as of 23:55, 29 December 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")

εἰργάζοντο λογάδην φέροντες λίθους καὶ ξυνετίθεσαν ὡς ἕκαστόν τι ξυμβαίνοι → they went to work bringing the stones as they picked them out and put them together as each one happened to fit

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: δελτάριον Medium diacritics: δελτάριον Low diacritics: δελτάριον Capitals: ΔΕΛΤΑΡΙΟΝ
Transliteration A: deltárion Transliteration B: deltarion Transliteration C: deltarion Beta Code: delta/rion

English (LSJ)

τό, Dim. of δέλτος, Plb.29.27.2, Plu.Cat.Mi.24. II a surgical instrument, Hermes 38.284.

German (Pape)

[Seite 544] τό, = folgdm, Pol. 29, 11; Plut. Anton. 58.

Greek (Liddell-Scott)

δελτάριον: τό, ὑποκορ. τοῦ δέλτος, Πολύβ. 29. 11, 2.

Spanish (DGE)

-ου, τό
1 tablilla de madera, como soporte de escritura δ., ἐν ᾧ τὸ τῆς συγκλήτου δόγμα κατετέτακτο Plb.29.27.2, conteniendo una misiva amorosa, Plu.Cat.Mi.24, cf. Brut.5, δ. τετράγωνον μέγα δεκάπτυχον una tablilla rectangular, grande, de diez hojas, PFouad 74.10 (IV d.C.), cf. POxy.2787.5 (II d.C.), sinón. de πινακίδιον Tz.Comm.Ar.1.80.7.
2 hoja o placa de bronce, para fundir y hacer instrumentos quirúrgicos POxy.4001.30 (IV d.C.), cf. Anon.Med.Ferr.p.284
prob. balanza de metal, debido a la forma triangular del plato χρυσοῦ νομισμάτια τριάκοντα εὔσταθμα δελταρίῳ PMichael.42A.6, cf. 7, 26 (VI d.C.).

Greek Monolingual

δελτάριον, το δέλτος
η μικρή δέλτος
νεοελλ.
1. «ταχυδρομικό δελτάριο» — μικρή ανοιχτή επιστολή σε λεπτό χαρτόνι
2. «εικονογραφημένο δελτάριο» — ταχυδρομικό δελτάριο το οποίο έχει τη μία όψη εικονογραφημένη
αρχ.
είδος χειρουργικού εργαλείου.

Russian (Dvoretsky)

δελτάριον: τό писчая дощечка (ἐν ᾧ τὸ τῆς συγκλήτου δόγμα κατεγέγραπτο, v. l. κατατέτακτο Polyb.): δελτάρια τῶν ἐρωτικῶν Plut. любовные письма.