τούτων γάρ ἑκάτερον κοινῷ ὀνόματι προσαγορεύεται ζῷον, καί ὁ λόγος δέ τῆς οὐσίας ὁ αὐτός → and these are univocally so named, inasmuch as not only the name, but also the definition, is the same in both cases (Aristotle, Categoriae 1a8-10)
Full diacritics: σφηκωνεύς | Medium diacritics: σφηκωνεύς | Low diacritics: σφηκωνεύς | Capitals: ΣΦΗΚΩΝΕΥΣ |
Transliteration A: sphēkōneús | Transliteration B: sphēkōneus | Transliteration C: sfikoneys | Beta Code: sfhkwneu/s |
έως, ὁ, A = σφηκίον 1, Arist. l.c. (s. v.l.).
-έως, ὁ, Α
(πιθ. γρφ. στον Αριστοτ.) κυψελίδιο στη φωλιά τών σφηκών.
[ΕΤΥΜΟΛ. < σφηκών + επίθημα -εύς].