συμβολοφύλαξ

From LSJ
Revision as of 19:05, 1 January 2021 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<b class="b3">ῠ], ᾰκος, ὁ</b>" to "ῠ], ᾰκος, ὁ")

Εὐφήμει, ὦ ἄνθρωπε· ἁσμενέστατα μέντοι αὐτὸ ἀπέφυγον, ὥσπερ λυττῶντά τινα καὶ ἄγριον δεσπότην ἀποδράς → Hush, man, most gladly have I escaped this thing you talk of, as if I had run away from a raging and savage beast of a master

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: συμβολοφύλαξ Medium diacritics: συμβολοφύλαξ Low diacritics: συμβολοφύλαξ Capitals: ΣΥΜΒΟΛΟΦΥΛΑΞ
Transliteration A: symbolophýlax Transliteration B: symbolophylax Transliteration C: symvolofylaks Beta Code: sumbolofu/lac

English (LSJ)

[ῠ], ᾰκος, ὁ, A keeper of receipts, PRev.Laws 10.2, al. (iii B.C.).

Greek Monolingual

-ακος, ὁ, Α
φύλακας τών συμβόλων, αυτός που τηρούσε αρχείο τών αποδείξεων συμφωνιών, οι οποίες συντάσσονταν εις διπλούν.
[ΕΤΥΜΟΛ. < σύμβολον + φύλαξ.

Greek Monolingual

-ακος, ὁ, Α
φύλακας τών συμβόλων, αυτός που τηρούσε αρχείο τών αποδείξεων συμφωνιών, οι οποίες συντάσσονταν εις διπλούν.
[ΕΤΥΜΟΛ. < σύμβολον + φύλαξ.