λυχνείδιον
From LSJ
Aristotle, Nicomachean Ethics, 5.30
English (LSJ)
Dim. of λυχνεῖον.
Greek Monolingual
λυχνείδιον ή λυχνίδιον, τὸ (Α) λυχνείο
μικρός λυχνοστάτης.
Full diacritics: λυχνείδιον | Medium diacritics: λυχνείδιον | Low diacritics: λυχνείδιον | Capitals: ΛΥΧΝΕΙΔΙΟΝ |
Transliteration A: lychneídion | Transliteration B: lychneidion | Transliteration C: lychneidion | Beta Code: luxnei/dion |
Dim. of λυχνεῖον.
λυχνείδιον ή λυχνίδιον, τὸ (Α) λυχνείο
μικρός λυχνοστάτης.