κιμβικεία
From LSJ
οὕτως ἔσονται οἱ ἔσχατοι πρῶτοι καὶ οἱ πρῶτοι ἔσχατοι· πολλοὶ γάρ εἰσι κλητοί, ὀλίγοι δὲ ἐκλεκτοί → so the last shall be first and the first last for many be called but few chosen
οὕτως ἔσονται οἱ ἔσχατοι πρῶτοι καὶ οἱ πρῶτοι ἔσχατοι· πολλοὶ γάρ εἰσι κλητοί, ὀλίγοι δὲ ἐκλεκτοί → so the last shall be first and the first last for many be called but few chosen
Full diacritics: κιμβικεία | Medium diacritics: κιμβικεία | Low diacritics: κιμβικεία | Capitals: ΚΙΜΒΙΚΕΙΑ |
Transliteration A: kimbikeía | Transliteration B: kimbikeia | Transliteration C: kimvikeia | Beta Code: kimbikei/a |
v. sub κιμβεία.
[Seite 1438] ἡ, u. κιμβικία, kleinlicher Geiz, Knauserei, VLL. Vgl. κιμβεία.
κιμβικεία και κιμβικία, ἡ (Α) κίμβιξ
κιμβεία.